Ιέρεια

Έλα και αφαίρεσε την πανούκλα από τα σπλάχνα μου
αυτή που φύτεψα μόνος μου
το μελάνι στάζει σαν αίμα
και συ, Ιέρεια της Ίσιδας, απρόσιτη, γοητευτική
σχεδόν ανύπαρκτη

πήρες την κλεψύδρα και την έσπασες στο πάτωμα

φύσηξες τους κόκκους στο στόμα μου
αλλά δε μ' ένοιαξε

Θα μπορούσα να ταξιδέψω ως εσένα
αλλά θα γυρνούσες το κεφάλι
και θα μου έλεγες πως δεν υπάρχεις, πως όλα οφείλονται στην αρρώστια
ίσως να είναι αλήθεια

Τι άραγε να προσκυνούσαν οι σκλάβοι μια ντουζίνα χρόνια τότε;

Έναν ενδοιασμό, μια δειλία, μια γαμημένη ανάγκη;

Μπορεί να παραμιλώ αιώνια, να συνεχίσω να σου λέω να προσέχεις
ουρλιάζοντας απ' το σπασμένο μου μνημείο της υστεροφημίας

αλλά δεν θα πιστέψω πως δεν υπήρξες ποτέ. 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το νυφικό και το όμποε

Λίγα λόγια για τα καλύτερα βιβλία που διάβασα τον τελευταίο καιρό

Μια σταγόνα γκρίζο νερό