Σελίδες
Η Ειρήνη κοιτάζει το άδειο διαμέρισμα. Σωροί από κούτες δεσπόζουν τριγύρω, ένα μικρό χαρτονένιο χάος που σύντομα θα μετατραπεί σε σπίτι. Ή και σπιτικό, ποιος ξέρει τι θα φέρει το μέλλον. Της αρέσει αυτή η λέξη, σπιτικό. Έχει μια απαρχαιωμένη γοητεία. Φαντάζει κάτι το μακρινό, σαν έννοια που μπορείς να τη σκεφτείς, να την ψελλίσεις όταν είσαι μόνη αλλά παράλληλα να βρίσκεσαι σε απόσταση ασφαλείας από εκείνη και το άγχος που μπορεί να επιφέρει. Μυρίζει μπογιά παντού, της λένε τα ρουθούνια της. Ένα υπόλευκο καινούριο δέρμα με μια ευφάνταστη ονομασία που δεν θυμάται πώς την είχε πει ο μεσίτης. Δεν έχει σημασία. Οι τοίχοι θα γεμίσουν με πίνακες και με τις εκτυπωμένες φωτογραφίες της. Πολλές, ελπίζει, καθώς αυτήν την τιμή την κάνει μονάχα σε αυτές που απαιτούν μοναχές τους ουσιαστικά να γίνουν ύλη, να ενσαρκωθούν στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο σαν ασπρόμαυρες προφήτισσες. Για κάποιον λόγο αδημονεί να δει τα πράγματά της να αφήνουν σημάδια στους φρεσκοβαμμένους τοίχους. Παράσημα ότι έζησε πραγμ...